Στην περιοχή Ρογκάδα τον 16ο αιώνα, σύμφωνα με οθωμανικά κατάστιχα, υπήρχε χωριό με αυτό το όνομα με 270 κατοίκους.
Επί ρωμαϊκής εποχής είχε την ονομασία Παλιοχώριον. Στη περιοχή αυτή υπάρχουν τρεις ρωμαϊκοί σαρκοφάγοι. Έχει επίσης βρεθεί λιοτρίβι ρωμαϊκής εποχής, καθώς και απολιθωμένοι κορμοί. Μέχρι τη δεκαετία του 1980 αρκετές οικογένειες έμεναν στη Ρογκάδα ιδίως το καλοκαίρι, αξιοποιώντας το γόνιμο έδαφος της περιοχής για τις καλλιέργιές τους. Τελευταίος κάτοικος της Ρογκάδας ήταν ο αείμνηστος Νικόλαος Καταχανάς "το Νκολέλ'", ο οποίος πέθανε το 1994 και έμενε στην καλύβα ("ντάμ") του Ξεν. Κ. Βαλάκου.
Οι χωριανοί μας αγαπάνε ιδιαίτερα τη Ρογκάδα γιατί τους ζωντανεύει το παρελθόν και τις νοσταλγικές αναμνήσεις των παιδικών τους χρόνων. Στην πανήγυρη λοιπόν την Πέμπτη 7 Ιουλίου, μετά το τέλος της Θείας λειτουργίας ήταν άφθονα τα κεράσματα από τους πιστούς: κισκέτσι*, σουβλάκια, γλυκά, καρπούζι και αναψυκτικά.
* Κισκέτσ' (το) = είδος φαγητού από σιτάρι χοντραλεσμένο και κρέας πολτοποιημένο απ' το βρασμό. Το φτιάχνουν σε τεράστια καζάνια και το μοιράζουν στους μετέχοντες στη γιορτή του Αγίου, προς τιμήν του οποίου γίνονται και άλλες εκδηλώσεις και κυρίως αλογοδρομίες (Αγία Παρασκευή, Κεραμειά, Πηγή). Φρ. < τουν έκανα κισκέτσ' > (= τον έλυωσα απ' το ξύλο, όπως το κισκέτσ' που το χτυπούν μεσ' το καζάνι για να πολτοποιηθεί >. [τουρκ. keckek]